Δεν έπαθε μόνο ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες άνοια, απ’ ότι φαίνεται. Ξεχνάνε όλοι τις προεκλογικές τους δηλώσεις, ενώ η υπομονή των Ελλήνων έχει εξαντληθεί. Βγαίνουν όλες οι θλιμμένες και κάνουν δηλώσεις χωρίς να διακρίνουμε καμία προσπάθεια για ουσιαστική διαπραγμάτευση, μέτρα ανάπτυξης, ξεκάθαρη διαχείριση της τραγικής κατάστασης που βιώνει η χώρα μας. Οι υπερχρεωμένοι Έλληνες συνεχίζουν να φυτοζωούν χωρίς να γνωρίζουν κυριολεκτικά τι θα τους ξημερώσει την επόμενη ημέρα. Αυτός είναι ο ορίζοντας: η επόμενη μέρα, το πρωί που θα αρχίσει να χτυπάει το τηλέφωνο από δυσάρεστα νέα.

Μέσα στον επιχειρηματικό όλεθρο, τις απολύσεις, τη μαύρη εργασία, την αύξηση των ανέργων, για άλλη μια φορά κατορθώνει αυτό το κυβερνητικό αμάγαλμα, το αλλοπρόσαλλο σύμπλεγμα,  να βάζει στο στόχαστρο τους επιχειρηματίες που τόλμησαν να επενδύσουν σε αυτή την χώρα αντι-επένδυσης με την σαδίστρια γραφειοκρατία και τους δημοσίους υπαλλήλους που τάσσονται ως εχθροί απέναντι στον πολίτη(ξέχασε, βλέπεις να τους εκπαιδεύσει αυτός που τους διόρισε) που θέλει να κινήσει τα νήματα που έχουν απομείνει για να μπορέσει να εισπράξει, να δώσει, να πάρει για να ξαναδώσει και τελικά να μην πάρει.

Αυτή η χώρα χαντακώνει καθημερινά όποιον αποφασίζει να γίνει δημιουργικός, να πάρει πρωτοβουλία στο απέραντο τσιρακομάνι και να διαφοροποιηθεί από τα συστηματοποιημένα πιόνια της ντροπής που έχουν ξεχυθεί όλα αυτά τα χρόνια τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Το επιχειρηματικό μοντέλο των χαμηλών μισθών αποβάλλει από τη νέα γενιά των ελλήνων οποιοδήποτε φιλόδοξο όνειρο να δουλέψουν στην Ελλάδα, βάζοντας και πάλι ως στόχο στους νέους ανθρώπους το πρότυπο του δημόσιου υπαλλήλου, αφού οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα, είτε μιλάμε για εταιρίες χρεωμένες μέχρι το θεό, είτε για τις πιο ανεπτυγμένες παρ’ όλη την κρίση, θα φτάσουν σε κατώτερα επίπεδα από τους μισθούς του δημοσίου. Ήρθε πολύ απλά η ώρα να καλωσορίσουμε τη νέα μορφή εργασίας με κενούς μισθούς.

Μια νέα φιλοσοφία ξεπροβάλλει: «Μπες μέσα στο άγνωστο, δούλεψε, φέρε κόσμο και πελάτες και κάτι θα βγει και για σένα, εάν είσαι καλό παιδί. Και μη με πρήζεις με ερωτήσεις, γιατί έχω δουλειά. Πρέπει να βρω και άλλους μ………. σαν κι εσένα”. Οι βαλίτσες από τώρα κατεβαίνουν από τα πατάρια με ορίζοντα τετραετίας και βάλε. Ούτε να το σκεφτούν πλέον οι αξιόλογοι Έλληνες του εξωτερικού να επιστρέψουν στο κρατίδιο των κομματόσκυλων. Και οι γονείς πλέον ούτε να δουν τα παιδιά τους δε θέλουν. Κάθε μέρα σε αυτή την χώρα είναι χάσιμο. Είναι ανάγκη να φάνε το παστίτσιο στην Ελλάδα;

Ας το φάνε στο Λονδίνο ή να το μαγειρέψουν στη Γερμανία. Έτσι μας έχουν κάνει να σκεφτόμαστε. Και τη βρήκαμε τώρα, την φόρμουλα. Μια χαρά. “Νομίζαμε, βρε παιδί μου, ότι μπορούσαμε να επαναδιαπραγματευθούμε, να αλλάξουμε την κατάσταση, αλλά η χώρα βρίσκεται, βλέπετε, σε πολύ χειρότερη κατάσταση απ’ ότι είχαμε συνειδητοποιήσει”. Να πει το ίδιο και ο πολίτης; “Νόμιζα, ρε παιδιά ότι θα μπορούσα να βγάζω τη δόση του δανείου, ότι θα κέρδιζα από τη δουλειά μου. Πού να περνούσε η ιδέα από το μυαλό μου ότι θα έχανα την θέση εργασίας μου;” Σαν να μη λειτουργεί τίποτα όρθιο σε αυτή την χώρα. Οι εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, οι στατιστικές υπηρεσίες, τα Υπουργεία για να μπορέσουν να μάθουν πριν δηλώσουν ότι θα αλλάξουν την Ελλάδα και θα δώσουν ανάσα στην οικονομία. Πρέπει να χαρούμε κιόλας, που δε θα πάρουν νέα μέτρα. Σαν τις εκπτώσεις σε κάτι πονηρομάγαζα που αύξαναν τις τιμές, πριν τις σβήσουν για να τις επαναφέρουν σε κανονικές τιμές την περίοδο των εκπτώσεων.

Έτσι και η Κυβέρνηση. Ωραία! Θα περάσουν ανώδυνα τα φοβερά ποσά μέσω Εφορίας, σαν να απευθύνονται σε Έλληνες του Βελγίου με τους μεγάλους μισθούς και κατόπιν δε θα βάλουν, τα πουλάκια μου, άλλους φόρους μέσα στο 2012. Σοφά έπραξαν λοιπόν οι προδότες αυτής της χώρας που δε μας έστειλαν νωρίτερα τα εκκαθαριστικά. Ήξεραν πολύ καλά. Όχι όμως και αυτός που πήγε τελικά και τους ψήφισε. Δε θα έχει προλάβει να φύγει το 2012, θα κάνουμε το σταυρό μας πάνω από τη βασιλόπιτα (εάν την φάνε και αυτοί) και θα μπαίνουν και άλλοι φόροι σε μία ακόμη πιο κατεστραμμένη Ελλάδα.

Και ένα μικρό παιδάκι θα καταλάβαινε ότι όσους φόρους και να βάλουν, οι Έλληνες πολύ απλά δεν μπορούν να πληρώσουν. Τα περισσότερα παιδάκια από αυτά που μας κυβερνούν εξαιρούνται, φυσικά! Συνεχίζουν να εμφανίζονται και να κάνουν δηλώσεις στην καρακοσμάρα τους. Καμία συναίσθηση. Έχω ξεκινήσει να σκέφτομαι σοβαρά μήπως στα πλαίσια των αμέτρητων βουλευτικών προνομίων τούς έχουν παραχωρήσει τίποτα εκτάσεις με χασισόδεντρα και πίνουν ασταμάτητα. Με μία γαλήνη ανώδυνη, με το προφίλ του ανυποψίαστου υπαλλήλου, μακριά από το ντεμοντέ ύφος του πατριώτη, βρίσκουν χρόνο για να κάνουν δηλώσεις της ξεφτίλας, επιβεβαιώνοντας καθημερινά ότι ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΣΕ ΤΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Ο ΜΕΣΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ!  Πάρτε το χαμπάρι. Οι Έλληνες δεν έχουν να πληρώσουν! Κάποιοι, ξέρετε, επένδυσαν ιδία κεφάλαια σε αυτή την χώρα, τα έβαλαν με το Δημόσιο, βγήκαν στην αγορά, τόλμησαν σε μία μικρή αγορά, κίνησαν το χρήμα όχι υπογείως, αλλά με προϊόντα.

Το ρίσκο που αναλαμβάνουν οι επιχειρηματίες από όποιον χώρο και να προέρχονται είναι αυτό που τους χαρακτηρίζει: ο μεγάλος κίνδυνος που μπορεί να επιφέρει αυτό το επιχειρηματικό ρίσκο ως μορφή επένδυσης στους ίδιους. Δεν κάθονται όλοι σε μία θεσούλα και περιμένουν τα χρήματά τους κάθε μήνα, ενώ βάζουν στην τσέπη και τα μαύρα από τα λαδώματα που πέφτουν χάρη στον τρόπο που λειτουργεί το κράτος. Γιατί πρέπει κάποιοι να μιλήσουν όχι μόνο για τα χρήματα και τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά για τα υπόλοιπα χρήματα που κινούνταν μέσα από αυτούς και τους κυβερνώντες.

Όχι, όλους βέβαια. Δεν ξέρω εάν υπάρχουν στιγμές που ο Μάρκες θα κρατήσει στα χέρια του το έργο του Οι “θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου” και θα έχει ξεχάσει λόγω ανίας την Ντελγαδίνα, τη νεαρή παρθένα πόρνη που ερωτεύθηκε ο 90άχρονος Δημοσιογράφος που γνώρισε την αγάπη λίγο πριν πεθάνει. Δεν μπορώ να φανταστώ να συμβαίνει το ίδιο με το βιβλίο “100 χρόνια Μοναξιά” και να το διαβάζει ως αναγνώστης, επειδή λόγω της ασθένειας  του δε θα θυμάται ότι το έχει γράψει. Κάποιοι, μιμήθηκαν τον Μάρκες συνειδητά και έχουν αρχίσει ήδη να ξεχνάνε ποιοι είμαστε, από πού προερχόμαστε, σε ποιους απευθύνονται, σαν να πάσχουν από άνοια.

Οι μνήμες του παρελθόντος θα επανέλθουν μόλις διεκδικήσουν πάλι την εξουσία. Τότε θα είναι όμως αργά. Και πολύ φοβάμαι, όχι για τις προσωπικές τους εγωιστικές φιλοδοξίες, αλλά για την Ελλάδα.

Γιάννης Ζευγώλης, συγγραφέας

Πηγή: Εφημερίδα Το Άρθρο 29-07-2012

Subscribe To My Newsletter

BE NOTIFIED ABOUT BOOK SIGNING TOUR DATES

    Donec fringilla nunc eu turpis dignissim, at euismod sapien tincidunt.